Friday, May 17, 2013

Το "σπιτικό" ψωμί της ξενιτιάς είναι πικρό


 Μιλώντας με ένα φίλο και σύντροφο την άλλη μέρα εδώ στο Δουβλίνο, μου έλεγε για έναν κολλητό του που την έκανε από το Γιουνανιστάν με κανα δυο πτυχία καβάτζα για το Βέλγιο. Δρόμο πήρε δρόμο άφησε, έψαξε από εδώ έψαξε από 'κει τίποτες που να ήταν κοντά στο αντικείμενο που σπούδασε, στο τέλος τέλος και χωρίς γιουροσέντ στην τσέπη αναγκάστηκε και έπιασε δουλειά σε ένα ελληνικό εστιατόριο κάπου στης Βρυξέλες
Τα πράγματα δεν θα 'ταν και τόσο άσχημα, άν και το μεροκάματο ήτο του "πέους", άν το πληρωνόταν κιόλας, βλέπεις ο Γιουνανός ιδιοκτήτης της εν λόγω επιχειρήσεως τηρεί τα ήθη και τις παραδόσεις του τόπου από τον οποίο κατάγεται και κρατάει το προσωπικό απλήρωτο για μερικές βδομάδες μη τυχόν και ξεχάσουν τι άφησαν πίσω όταν έφυγαν από την ένδοξη πατρίδα για την κακούργα ξενιτιά. Ένα άλλο ωραίο στο περιθώριο αυτών όλων, όταν είναι να φάνε μεσημεριανό ο ευρωγιουνανός χουβαρντάς καταστηματάρχης βάζει στη μέση του τραπεζιού μια πιατέλα μακαρόνια με σάλτσα και μερικά πιρούνια για να μοιραστούν όλοι μαζί τον άρτον ημών τον επιούσιον, αφού πρωτίστων κάνουν την προσευχή τους και σταυροκοπήθουν
 Πολλοί σύντροφοι ίσως βιαστούν να αρχίσουν τις σκέψεις του στύλ, είμαστε έθνος ανάδελφο και άλλα τέτοια κουλά, αλλά δεν τελειώσαμε ακόμη, σας έχω και άλλο στόρυ που θυμήθηκα όταν μου εξιστόρησαν το παραπάνω.
 Η Κλαίρη είναι συνάδελφος μου στο Ιρλαντικό ταχυδρομείο, πριν από ένα σκασμό χρόνια, προ κελτικής "γατούλας" περίοδο, έψαχνε για δουλειά εδώ στο Δουβλίνο αλλά πάπαλα, οπότε αφού απηυδησε από την πείνα και τη "δίψα" τι να κάνει, είχε και μια Θειά στο Queens την έκανε για το Νιου Γιορκ.* Εκεί στο μεγάλο "φιρίκι" βρήκε δουλειά σε μια Ιρλανδέζικη pub κάπου στο hell's kitchen στο Μανχάταν. Παράνομη ως ήταν, χωρίς πράσινη κάρτα, πληρωνόταν από τον πατριώτη αφεντικό μετανάστη επίσης πρώτης γενιάς από το Mayo, 17$ τη βάρδια συν πουρμπουάρ! 
 Που να φτάσουν στην κακομοίρα την Κλαίρη να ζήσει. Όλα τα φράγκα πήγαιναν, μισθός και tips στο subway και το νοίκι στη Θειά για το δωμάτιο. Συν τοις άλλοις ξέχασα να αναφέρω ότι το αφεντικό που ήθελε να κρατήσει την πελατεία, που ήταν κατά κύριο λόγω Ιρλανδοί 1ης 2ης και 3ης γενιάς μετανάστες, ήθελε τις γκαρσόνες να χάσουν την προφορά που είχαν, στην περίπτωση μας η Κλαίρη μιλά αγγλικά με νότιο Δουβλινέζικη προφορά και να υιοθετήσουνε μια προφορά ποιό χωριάτικη, κατά προτίμηση ulster από βορά, που τραβούσε τον κόσμο και να αλλάξει το όνομα της σε κάτι ποιό Ιρλανδικό. Και έτσι η Κλαίρη κονόμησε νέο όνομα και προφορά και έγινε η Σιβόν απο το Ντονιγκάλ.   Έξι μήνες περίπου κράτησε αυτή η κοροϊδία, μια ωραία πρωία τα βρόντηξε όλα και γυρισε πίσω... Ο κιαρατάς ο καπιταλισμός δεν έχει πατρίδα! Εσείς?